Καταγγελίες για σεξουαλική βία εναντίον του Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ από πρώην υπαλλήλους των Χάροντς

Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ κατηγορείται από πρώην υπαλλήλους των Harrods για σεξουαλικές επιθέσεις και βιασμούς. Περισσότερες από 20 γυναίκες που υπηρέτησαν στο διάσημο πολυκατάστημα του Λονδίνου υποστηρίζουν ότι υπήρξαν θύματα της επιθετικής του συμπεριφοράς, ενώ κάποιες από αυτές κατήγγειλαν και βιασμό.

Στο ντοκιμαντέρ και το πόντκαστ «Al-Fayed: Predator at Harrods», αποκαλύπτεται ότι όταν ο Φαγέντ ήταν ιδιοκτήτης των Χάροντς, η εταιρεία όχι μόνο δεν υποστήριξε τα θύματα, αλλά και συμμετείχε στη συγκάλυψη των καταγγελιών. Ο Μπρους Ντράμοντ, δικηγόρος που εκπροσωπεί μερικά από τα θύματα, περιγράφει την κατάσταση, λέγοντας ότι το δίκτυο διαφθοράς και κακοποίησης είναι ασύλληπτο.

Σύμφωνα με τις γυναίκες που μίλησαν, οι σεξουαλικές επιθέσεις διαδραματίστηκαν σε πολλές πόλεις όπως το Λονδίνο, το Παρίσι και το Αμπού Ντάμπι. Μία γυναίκα που καταγγέλλει τον Φαγέντ, περιγράφει την εμπειρία της στον προσωπικό του χώρο στην οδό Park Lane, όπου υποστήριξε ότι έπεσε θύμα βιασμού.

Αναφορές από πρώην υπαλλήλους περιγράφουν ότι ο Φαγέντ είχε ιδιαίτερη προτίμηση σε νεαρές υπαλλήλους, τις οποίες προήγαγε άμεσα – κάτι που ενίσχυε την αίσθηση ότι ήσαν πιο ευάλωτες σε επιθέσεις. Οι καταγγελίες αυτές προέρχονται και από πρώην μέλη της προσωπικής του φρουράς, που επιβεβαιώνουν ότι η κακοποίηση ήταν ευρέως γνωστή.

Η δημιουργία ενός περιβάλλοντος φόβου εντός της εταιρείας ήταν εμφανής, ώστε οι γυναίκες να μην τολμούν να μιλήσουν. Κάποιοι υπάλληλοι πίστευαν ότι οι επικοινωνίες τους παρακολουθούνταν, ενώ υπήρχαν και ισχυρισμοί ότι είχαν υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις χωρίς τη συναίνεσή τους, με τα αποτελέσματα να στέλνονται στον Φαγέντ.

Τέσσερις γυναίκες που βρήκαν τη δύναμη να μιλήσουν καταγγέλλουν βιασμό. Μία από αυτές, η Τζέμα, αναφέρεται στην τρομακτική εμπειρία της κατά τη διάρκεια επαγγελματικού ταξιδιού, ενώ άλλες γυναίκες περιγράφουν τη συνεχιζόμενη κακοποίηση και το αίσθημα ανηθικότητας που επικρατούσε.

Δεκατέσσερις γυναίκες έφεραν αγωγές κατά της εταιρείας, που πλέον ελέγχεται από την Qatar Investment Authority, διεκδικώντας αποζημίωση για τις εμπειρίες τους.

Πηγή: kathimerini.gr