Οι εξελίξεις που ακολούθησαν την 28η Οκτωβρίου 1940 υπήρξαν καθοριστικές και ανέδειξαν το πνεύμα της εθνικής ενότητας και ομοψυχίας. Ο Ιωάννης Μεταξάς κλήθηκε να απαντήσει στο ιταλικό τελεσίγραφο, το οποίο ζητούσε τη σιωπηλή αποδοχή του παραλόγου. Η τελευταία του παράγραφος είναι χαρακτηριστική: «Η ιταλική κυβέρνησις ζητεί από την ελληνικήν κυβέρνησιν όπως δώση αυθωρεί εις τας στρατιωτικάς Αρχάς τας αναγκαίας διαταγάς… αν τα ιταλικά στρατεύματα ήθελον συναντήση αντίστασιν, η αντίστασις αύτη θα καμφθεί διά των όπλων».
Αυτή η αντίσταση, που φάνηκε απρόβλεπτη για πολλούς, εκφράστηκε με θεαματικό τρόπο, όπως σημείωσε ο Γιώργος Σεφέρης στο Χειρόγραφό του: «…κανείς, μήτε κι οι πιο τρελοί, δεν περίμενε το θαυματουργό ξέσπασμα της ψυχής του λαού». Οι νίκες στην Αλβανία και η ενότητα του ελληνικού λαού στάθηκαν βασικοί πυλώνες αυτού του άθλου.
Στις τελευταίες σελίδες του πολεμικού του ημερολογίου με τίτλο Υπέρ βωμών και εστιών, ο Νίκος Παπαβασιλείου εκφράζει τη ματαιότητα της μνήμης με λόγια συγκινητικά: «Αυτός είναι δυστυχώς ο φυσικός νόμος κι αυτή η μοίρα των νεκρών! […] Φύγατε χωρίς να βρεθούν στο πλάι σας, τη στερνή σας ώρα…».
Η γενναιότητα των στρατιωτών, που πάλεψαν για την ελευθερία της πατρίδας, είναι αυτή που είχε στο νου του ο Γεώργιος Βλάχος στην ανοιχτή του επιστολή προς τον Α. Χίτλερ, εστιάζοντας στο πώς ο ελληνικός στρατός θα αγωνιζόταν παντού, αν απαιτείτο: «Ο ολίγος ή πολύς Στρατός των Ελλήνων που είναι ελεύθερος, θα πολεμήση. Και εκεί».
Αυτή η αίσθηση καθήκοντος, το ηθικό χρέος να διατηρηθεί η μνήμη, μας διδάσκει για τους αγώνες και τις θυσίες των προγόνων μας. Η ιστορία τους είναι η ιστορία μας, και η δική τους αντίσταση παραμένει φάρος για τις επόμενες γενιές.
Πηγή: kathimerini.gr