Μια ανησυχητική τάση διαπιστώνεται ανάμεσα στους ελεύθερους επαγγελματίες, καθώς πολλές κατηγορίες, όπως οι ιδιοκτήτες μπαρ και κομμωτηρίων, δηλώνουν ζημίες ή πολύ χαμηλά κέρδη. Στην πλειονότητά τους, οι κομμωτές επισημαίνουν ότι ζουν με 358 ευρώ τον μήνα, ποσό που είναι κάτω από το επίδομα ανεργίας. Αν δεν υπήρχε το τεκμήριο, οι επαγγελματικές αυτές κατηγορίες θα ήταν πιθανόν να επιβαρύνουν λιγότερο ή και καθόλου τη φορολογία.
Τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για το 2024 δείχνουν ότι ο μέσος φόρος των επαγγελματιών που εντάχθηκαν στο τεκμήριο ανήλθε σε 1.733 ευρώ, σημειώνοντας σημαντική αύξηση σε σχέση με το 548 ευρώ του προηγούμενου έτους. Αυτή η αύξηση οφείλεται στη μέθοδο υπολογισμού των εισοδημάτων, η οποία πλέον περιλαμβάνει και εκείνους που αποτυπώνουν μικρά κέρδη.
Η κατάσταση της υποδήλωσης εισοδημάτων δεν είναι πρόσφατη. Αν ανατρέξουμε στο 2019, παρατηρούμε ότι ένα σημαντικό ποσοστό επαγγελματιών δήλωνε ζημίες ή ελάχιστα κέρδη. Ουσιαστικά, πολλές από αυτές τις περιπτώσεις υποκρύπτουν φοροδιαφυγή. Οι επαγγελματίες, κατά μέσο όρο, ζουν με 268 ευρώ μηνιαίως.
Η πρόσβαση στις τράπεζες και στα χρηματοδοτικά προγράμματα της ΕΕ είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς οι επιχειρηματίες επιλέγουν να μην αποκαλύπτουν τα πραγματικά οικονομικά τους στοιχεία, εμφανίζοντας μόλις κέρδη ή ζημίες.
Επιπλέον, παρά τις προσπάθειες για βελτίωση της φοροεισπρακτικής διαδικασίας, παρατηρείται ότι ελάχιστοι από αυτούς εκδίδουν αποδείξεις. Η κυβέρνηση έχει αρχίσει να ελέγχει φορολογούμενους με υψηλές δαπάνες και χαμηλά εισοδήματα, με σκοπό να καταδείξει την αντίφαση μεταξύ δηλωμένων κερδών και τρόπου ζωής που δείχνει πολυτελή βίο.
Μερικά επιπλέον στατιστικά στοιχεία καταδεικνύουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν διαφορετικές επαγγελματικές ομάδες: μόνο το 40% των ιδιοκτητών μπαρ δήλωσε κέρδη, με το μέσο μηνιαίο εισόδημα να ανέρχεται σε 694 ευρώ. Αντίστοιχα, το 53% των ιδιοκτητών καταστημάτων εστίασης δήλωσε κέρδη, με μέσο μηνιαίο εισόδημα 1.277 ευρώ, και πολλές άλλες κατηγορίες επαγγελματιών εκδηλώνουν παρόμοια συμπτώματα.
Η προσαρμογή του ελάχιστου φορολογητέου εισοδήματος για το 2024, που συνδέεται με τον κατώτατο μισθό, προσθέτει ακόμη έναν παράγοντα στην ήδη περίπλοκη εικόνα του φορολογικού τοπίου.
Πηγή: kathimerini.gr