Η οικονομία του παλαιστινιακού θύλακα έχει υποστεί σοβαρές επιπτώσεις από τη σύγκρουση, με το ΑΕΠ να μειώνεται κατά 86% τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Αυτή η κρίση αναδεικνύει την έκταση των συνεπειών που έχει ο πόλεμος στον τομέα της οικονομίας. Παράλληλα, οι τιμές του πετρελαίου διατηρούνται αρκετά σταθερές, κυμαινόμενες μεταξύ 70 και 80 δολαρίων το βαρέλι, παρά τις αντιξοότητες που προέρχονται από τις συγκρούσεις στα βόρεια σύνορα του Ισραήλ.
Η Σαουδική Αραβία, υπό την ηγεσία του πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, παίζει σημαντικό ρόλο στην αγορά πετρελαίου, καθώς ελέγχει περίπου το ήμισυ της παγκόσμιας προσφοράς μέσω του ΟΠΕΚ. Η χώρα έχει επιλέξει να μειώσει την παραγωγή της, αντλώντας λιγότερο από τη μέγιστη δυναμικότητά της, η οποία φτάνει τα 12 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως. Αυτό φανερώνει μια στρατηγική στόχευση στη στήριξη των τιμών του πετρελαίου, αν και οι διαρκώς χαμηλές τιμές ενδέχεται να προκαλέσουν πίεση στον Σαουδάραβα ηγέτη να αλλάξει πορεία.
Εάν η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο συνεχίσει να μειώνεται λόγω της οικονομικής κατάστασης στην Κίνα και της αυξανόμενης παραγωγής από χώρες εκτός του ΟΠΕΚ, ενδέχεται η Σαουδική Αραβία να επανεξετάσει τον στόχο τιμής των 100 δολαρίων, αυξάνοντας την παραγωγή της. Σε τέτοια περίπτωση, και με την υποστήριξη των άλλων μελών του ΟΠΕΚ, θα μπορούσε να δείξει προθυμία για αύξηση της παραγωγής ήδη από το Δεκέμβριο.
Η κατάσταση αυτή θα έχει επίσης αντίκτυπο στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και σε άλλες χώρες που επιδιώκουν σταθερές τιμές καυσίμων. Μια απλή δήλωση για την πιθανότητα αύξησης της παραγωγής θα μπορούσε να έχει άμεσες επιπτώσεις στις τιμές του πετρελαίου.
Πηγή: kathimerini.gr