Εβδομάδες έντονων ζυμώσεων αναμένουν τον ΣΥΡΙΖΑ, με την προθεσμία κατάθεσης υποψηφιοτήτων για την ηγεσία του κόμματος να λήγει την 1η Νοεμβρίου. Η υποψηφιότητα του Π. Πολάκη είναι ήδη επιβεβαιωμένη, ενώ ο Στ. Κασσελάκης προγραμματίζει να επανακάμψει. Το ενδιαφέρον τώρα εστιάζεται στη στάση των «87» και άλλων γνωστών στελεχών, όπως οι Ρένα Δούρου και Ν. Παππάς. Μια προφανής υποψηφιότητα για τους «87» θα ήταν η Ολγα Γεροβασίλη, όμως έχει το μειονέκτημα ότι ηττήθηκε χωρίς αγώνα από τον Στ. Κασσελάκη στο συνέδριο του περασμένου Φεβρουαρίου. Μάλιστα, στις πρώτες δημοσκοπήσεις μετά την αποπομπή του Κασσελάκη, η Γεροβασίλη συγκέντρωσε μόλις 4,7%, ποσοστό χαμηλότερο και του Π. Πολάκη. Παράλληλα, ο Σ. Φάμελλος, που αναδείχθηκε στη Βουλή ως αντίπαλος των Κυρ. Μητσοτάκη και Ν. Ανδρουλάκη, ενδέχεται να αντιμετωπίσει προβλήματα λόγω της ανάγκης τήρησης ισορροπιών στην προηγούμενη περίοδο. Η επιστροφή του Κασσελάκη ενδέχεται να ασκήσει πίεση στους συμμάχους του, προκειμένου να καταλήξουν σε έναν κοινού υποψηφίου, αποφεύγοντας έτσι την πολυδιάσπαση που μπορεί να οδηγήσει σε νέες απώλειες για την Κουμουνδούρου.
Όσον αφορά τον προεκλογικό αγώνα του ΠΑΣΟΚ, τρεις εβδομάδες πριν από τις κάλπες της 6ης Οκτωβρίου, η εκστρατεία υπό τους υποψηφίους για την ηγεσία διεξάγεται σε ήρεμο περιβάλλον. Παρά τις πιθανές ανατροπές, καθώς οι βασικοί υποψήφιοι δεν θέλουν να στραφούν σε συγκρούσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη βάση τους, λέγεται χαρακτηριστικά ότι «ο κόσμος μας δεν θέλει εμφύλιο». Η σημερινή ηρεμία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην απαξίωση του ΣΥΡΙΖΑ λόγω της εσωκομματικής σύγκρουσης. Οι υποψήφιοι, όπως ο Ν. Ανδρουλάκης, Χ. Δούκας, Αννα Διαμαντοπούλου και Π. Γερουλάνος, προσπαθούν να διατηρήσουν τις σχέσεις τους με τους άλλους διεκδικητές ενόψει της επόμενης φάσης της εκλογής. Οι στρατηγικές τους επηρεάζονται από τις δημοσκοπικές διαφορές που δεν είναι πολύ μεγάλες, γεγονός που καθιστά επιτακτική την απαίτηση για υποστηρικτική συνεργασία.
Αναφορικά με τον κυβερνητικό τομέα, ο Κυρ. Μητσοτάκης, χωρίς να επιβεβαιώνει τα σενάρια περί αλλαγής του εκλογικού νόμου, ανέφερε πως η αυτοδυναμία μακροπρόθεσμα είναι εφικτή. Ωστόσο, πολλές εκτιμήσεις δείχνουν ότι πιθανές παρεμβάσεις στο εκλογικό σύστημα μπορεί να γίνουν μελλοντικά, εάν κριθεί αναγκαίο. Από τότε που η κυβέρνηση άλλαξε τον εκλογικό νόμο μετά την κυριαρχία της το 2019, υπήρξαν προτάσεις για νέες τροποποιήσεις, αν και ο Μητσοτάκης τις είχε απορρίψει. Αν αποφασιστεί να γίνει νέα αλλαγή, αυτή δεν θα είναι απλώς σημειακή και δεν θα αφορά μόνο το όριο της αυτοδυναμίας, αλλά θα εντάσσεται σε μια πιο ευρεία μεταρρυθμιστική προσπάθεια για το πολιτικό σύστημα.
Επιπλέον, η κυβέρνηση δεν προγραμματίζει να τροποποιήσει το όριο του 3% για την είσοδο στη Βουλή, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντικές αντιδράσεις από τα μικρά κόμματα και να στρέψει τις δυνάμεις τους εναντίον της. Η επιλογή του να αποσυνδεθεί ο πήχυς της αυτοδυναμίας από τα ποσοστά των κομμάτων που δεν εισέρχονται στη Βουλή θεωρείται πολιτικά πιο ασφαλής.
Πηγή: kathimerini.gr