Η κατάσταση άλλαξε όταν ο ΟΠΕΚ, που περιλαμβάνει κυρίως αραβικές χώρες, αποφάσισε να παρέμβει και να μειώσει την παραγωγή του. Αρχικά, οι τιμές του μπρεντ ανέβηκαν κοντά στα 85 δολάρια το βαρέλι, όμως ακολούθως υπήρξε πτώση και, μέχρι το τρίτο τρίμηνο του 2024, οι τιμές μειώθηκαν κατά 17%, με τον Σεπτέμβριο να σημειώνει πτώση 9%, πέφτοντας κάτω από τα 70 δολάρια. Αυτό φάνηκε να αποδεικνύει ότι ο ΟΠΕΚ έχασε τη δυνατότητα να διατηρεί τις τιμές σε υψηλά επίπεδα, κυρίως λόγω της αύξησης της παραγωγής από χώρες εκτός του οργανισμού, όπως οι ΗΠΑ.
Η ζητούμενη ποσότητα πετρελαίου δημιούργησε συνθήκες υπερπροσφοράς, ιδιαίτερα με την περιορισμένη ζήτηση από την Κίνα, που πλήττεται από επιβράδυνση της ανάπτυξης. Οι επενδυτές άρχισαν να ποντάρουν σε περαιτέρω πτώση των τιμών, με τα στοιχήματα να φτάνουν σε ρεκόρ.
Πριν από λίγες ημέρες, η κατάσταση κλιμακώθηκε και πάλι με την επίθεση του Ιράν κατά του Ισραήλ, όπου εκτοξεύθηκαν περίπου 200 πυραύλοι. Μετά την επίθεση, οι τιμές του πετρελαίου αυξήθηκαν αρχικά κατά 5%, αλλά η αύξηση αυτή περιορίστηκε γρήγορα. Στη συνέχεια, οι τιμές σημείωσαν και πάλι άνοδο 4% μετά από δηλώσεις του Αμερικανού προεδρου Τζο Μπάιντεν σχετικά με πιθανές επιθέσεις σε ιρανικές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.
Η εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου από εδώ και πέρα θα εξαρτηθεί από την αντίδραση του Ισραήλ στην ιρανική επίθεση. Υπάρχει ο κίνδυνος να πλήξει ενεργειακές υποδομές του Ιράν, γεγονός που θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά τις τιμές. Αμερικανικές τράπεζες, όπως η Goldman Sachs και η Citi, προειδοποιούν για ενδεχόμενη αύξηση κατά 20 δολάρια το βαρέλι, εάν υποστούν ζημιά οι ιρανικές εγκαταστάσεις.
Ωστόσο, αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι μια σοβαρή καταστροφή των ενεργειακών υποδομών ίσως να μην είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ, ειδικά ενόψει εκλογών. Άλλες χώρες του ΟΠΕΚ θα μπορούσαν ενδεχομένως να καλύψουν τη διαφορά που θα προκύψει από τη μείωση των ιρανικών εξαγωγών. Όμως, οι εξελίξεις σε περιόδους πολέμου είναι πάντα απρόβλεπτες.
Πηγή: kathimerini.gr