Η οικονομική εξάρτηση των στελεχών του κόμματος από την κομματική μισθοδοσία προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες για τη λειτουργικότητά του. Η δήλωση του Στέφανου Κασσελάκη, που προκάλεσε αντιδράσεις, θέτει υπό αμφισβήτηση το κατά πόσο οι pένων σημεία που πληρώνονται από το κόμμα είναι πράγματι απαραίτητοι ή εξυπηρετούν απλώς επαγγελματικά τους εαυτούς τους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι καταγγελίες περί «επαγγελματικών στελεχών» και επισφαλών σχέσεων με την αγορά εργασίας αναδεικνύουν τη συστηματική παρακμή ενός κομματικού μοντέλου που αποδεικνύεται μη βιώσιμο.
Η Ολγα Γεροβασίλη σχολίασε εύστοχα την αντίφαση που ενυπάρχει στις δηλώσεις του πρώην προεδρου, θυμίζοντας ότι ο ίδιος δεν έχει αποσαφηνίσει την επαγγελματική του κατάσταση τα τελευταία έτη. Εντούτοις, ακόμα και αν η κριτική του έχει βάση, δεν κάνει να παραβλέπεται το πρόβλημα της οικονομικής βιωσιμότητας του κόμματος. Υπό αυτές τις συνθήκες, το ερώτημα που ανακύπτει είναι πώς μπορεί ένα κόμμα με τέτοια οικονομικά προβλήματα να διατηρεί μισθοδοτούμενα στελέχη με αρμοδιότητες που επηρεάζουν σημαντικά τις αποφάσεις.
Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει μια παθογένεια σε ό,τι αφορά το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ σχετίζεται με τους εργαζομένους και τα στελέχη του. Το μοντέλο της κομματικής αναγκαίοτητας είναι πλέον αδιέξοδο, καθώς καλείται να υποστηρίξει μια διπλή ταυτότητα: αυτή του πολιτικού κόμματος και του εργοδότη. Σε αντίθεση με άλλα κόμματα, όπου η συνύπαρξη κομματικής και εξωκομματικής αγοράς δεν θεωρείται προσβολή, εδώ φαίνεται να υπάρχει μια έντονη αντίθεση στην προοπτική αυτή.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε προσεγγίσει αυτά τα ζητήματα με σοβαρότητα νωρίτερα, ίσως να μην βίωνε τις τρέχουσες προκλήσεις. Η δυναμική που έχει προκύψει μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο για για επανεξέταση της στρατηγικής του κόμματος και της σχέσης του με τους εργαζόμενους και την κοινωνία.
Πηγή: kathimerini.gr